- Λακεδαιμονίου
- Λακεδαιμόνιοςmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Θεσσαλός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (7, 176), ο Θ. έδωσε το όνομά του στη Θεσσαλία, περιοχή που μέχρι τότε έφερε διάφορες ονομασίες: Αιολία, Αιμονία, Ελλάς, Δρυοπίς και Γραικία. Ο Θ. καταγόταν από τη Θεσπρωτία της Ηπείρου και ήταν… … Dictionary of Greek
Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας … Dictionary of Greek
Υακινθίδες — Οι 6 κόρες του βασιλιά της Αθήνας Ερεχθέα, ή, κατ’ άλλη εκδοχή, οι 4 κόρες του Υάκινθου, Σπαρτιάτη που βρισκόταν στην Αθήνα την εποχή που την πόλη πολιορκούσε ο Μίνωας. Οι κόρες του Ερεχθέα λέγονταν Πρωτογένεια, Πανδώρα, Πρόκρις, Κρέουσα,… … Dictionary of Greek
σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας … Dictionary of Greek
Θράσυλλος ή Θράσυλος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Αθηναίος στρατηγός του Πελοποννησιακού πολέμου (5ος αι. π.Χ.). Το 411 π.Χ. νίκησε, μαζί με τον Θρασύβουλο, τους ολιγαρχικούς στη Σάμο και εγκατέστησε το δημοκρατικό πολίτευμα. Το ίδιο έτος νίκησε, πάλι … Dictionary of Greek
Λουσία — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν μία από τις κόρες του Λακεδαιμόνιου Υάκινθου, κατοίκου της Αττικής. Ένας χρησμός κάποτε ανέφερε ότι αρρώστια και πείνα θα απειλούσαν την Αθήνα στη διάρκεια της πολιορκίας του Μίνωα και… … Dictionary of Greek
Ολυμπιάδες — Αγώνες που διαξάγονταν κατά την αρχαιότητα στην Ολυμπία (291 φορές, από το 776 π.Χ. έως το 393 μ.Χ.) προς τιμήν του Δία με την ευκαιρία των Ολυμπίων, μίας από τις τέσσερις πανελλήνιες αγωνιστικές γιορτές (οι άλλες τρεις ήταν τα Πύθια στους… … Dictionary of Greek
Φάλαικος — Ένας από τους τέσσερις μεγάλους στρατηγούς των Φωκέων στη διάρκεια του Γ’ Ιερού πολέμου. Ήταν γιος του Ονόμαρχου και διάδοχος, στη διακυβέρνηση της φωκικής πολιτείας, του θείου του Φάυλλου. Προκειμένου να πληρώσει τους μισθοφόρους του και να… … Dictionary of Greek